Συχνές Ερωτήσεις (FAQ)
Όχι, αλλά υπάρχουν κάποιοι κληρονομικοί παράγοντες που επηρεάζουν την εμφάνιση των αυτοάνοσων νοσημάτων. Στη χειρότερη περίπτωση, οι παράγοντες αυτοί αυξάνουν τις πιθανότητες προσβολής από τη νόσο από 1 στις 10.000 στις 1 στις 2.000. Επομένως είναι πολύ σπάνιο να βρεθούν δύο ασθενείς στην ίδια οικογένεια, αλλά πολλοί έχουν κάποιο συγγενή με ένα άλλο αυτοάνοσο νόσημα, όπως ο νεανικός διαβήτης. Υπάρχουν επίσης σπάνιες κληρονομικές («συγγενείς») μυασθένειες που ΔΕΝ προκαλούνται από επίθεση αντισωμάτων και ΔΕΝ πρέπει να αντιμετωπίζονται με ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.
Δεν ξέρουμε την αιτία της μυασθένειας (βλ. 3), αλλά ΔΕΝ υπάρχει καμία απολύτως απόδειξη ότι η μυασθένεια μπορεί να μεταδοθεί από έναν άλλο ασθενή με μυασθένεια.
Η αιτία της ασθένειας στους περισσότερους ασθενείς δεν είναι γνωστή. Περίπου το 10% των ασθενών έχουν κάποιο θύμωμα, που φαίνεται ότι τους έχει ενεργοποιήσει ενάντια σε μυϊκούς στόχους. Σε ελάχιστες περιπτώσεις, η τυπική -αλλά βραχυπρόθεσμη- μυασθένεια μπορεί να προκληθεί από το φάρμακο πενικιλλαμίνη, που χρησιμοποιούνταν στη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Συνήθως περνάει μερικές εβδομάδες ή μήνες μετά τη διακοπή του φαρμάκου. Σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις, η μυασθένεια μπορεί να ξεκινήσει κατά τη θεραπεία με α-ιντερφερόνη ή ακόμα και μετά από μεταμόσχευση μυελού των οστών.
Σε κάποιους ασθενείς (περίπου 5% το χρόνο), η μυασθένεια μπορεί να υποχωρήσει για κάποιο διάστημα, ή ακόμα και μόνιμα ώστε να μη χρειάζεται πλέον θεραπεία. Στα πρώιμα στάδια, όμως, είναι καλό να προλαμβάνεται η επιδείνωσή της - κάτι που, δυστυχώς, είναι πιο σύνηθες από την υποχώρηση.
Ελάχιστοι ασθενείς πεθαίνουν πλέον από μυασθένεια, χάρη στην εντατική φροντίδα και τις σύγχρονες θεραπείες. Επίσης, είναι σχεδόν πάντα δυνατόν να βρεθεί ο κατάλληλος συνδυασμός που θα δώσει στους ασθενείς την ευκαιρία να ζήσουν μια δραστήρια ζωή. Η ρύθμιση των θεραπειών στις ανάγκες του ασθενή μπορεί να πάρει κάποιο χρόνο και ενδέχεται πιθανότατα να έχει κάποιες παρενέργειες.
Αυτό εξαρτάται εν μέρει από τη φύση της εργασίας σας και εν μέρει από την ασθένεια, αλλά, με τις σύγχρονες θεραπείες, οι περισσότεροι μυασθενικοί ασθενείς συνεχίζουν με επιτυχία την εργασία τους.
Η διπλωπία και η μυϊκή αδυναμία ενδέχεται να επηρεάσουν τα αντανακλαστικά ενός μυασθενικού οδηγού στο δρόμο και απέναντι στους άλλους οδηγούς. Θα πρέπει να συζητήσετε και να αξιολογήσετε την κατάστασή σας πρώτα με το γιατρό σας.
Ναι, πολλές γυναίκες με μυασθένεια έχουν επιτυχημένες εγκυμοσύνες, ιδίως εφόσον η ασθένειά τους παρακολουθείται ήδη πριν την εγκυμοσύνη. Κάποιες παρατήρησαν ότι η μυασθένειά τους επιδεινώθηκε κατά την εγκυμοσύνη, ενώ άλλες παρατήρησαν επιδείνωση μετά, αλλά αυτό μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο. Αν συναντήσουν δυσκολία κατά τον τοκετό, μπορεί να υποβοηθηθούν απ' το γιατρό τους. Οι περισσότεροι ειδικοί προτιμούν την επισκληρίδιο από την ολική αναισθησία (βλ. 25).
Είναι πολύ σπάνιο η μυασθένεια της μητέρας να επηρεάσει τη φυσιολογική ανάπτυξη και εξέλιξη του μωρού (κατάσταση που είναι γνωστή ως αρθρογρύπωση). ΟΜΩΣ τα βλαβερά αντισώματα μεταφέρονται από τη μητέρα στο μωρό, όπως και τα φυσιολογικά, που τα προστατεύουν απ' τις μολύνσεις. Μπορούν να προκαλέσουν βραχυπρόθεσμη αδυναμία στο νεογέννητο. Αυτό συμβαίνει σε 1 μητέρα στις 8 ή 10 και α) συνήθως υποχωρεί μετά από 3 με 4 εβδομάδες, β) επηρεάζει επίσης και τις επόμενες εγκυμοσύνες της, το ίδιο, δηλαδή κάθε μητέρα θα ξέρει τι να περιμένει σε επόμενη εγκυμοσύνη, γ) ο θηλασμός αντενδείκνυται, ανεξάρτητα από τις άλλες ευεργετικές του ιδιότητες.
Η πυριδοστιγμίνη (Mestinon®), η πρεδνιζολόνη και η αζαθειοπρίνη (Imuran®) θεωρούνται ασφαλή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού. Άλλα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα είναι γνωστό ότι βλάπτουν την ανάπτυξη του παιδιού ή δεν έχει αποδειχθεί ακόμη ότι είναι ασφαλή, οπότε πρέπει να διακόπτεται η χορήγησή τους πολλούς μήνες πριν οποιαδήποτε εγκυμοσύνη. Επίσης, η μεθοτρεξάτη και η κυκλοφωσφαμίδη μπορεί να επηρεάσουν το σπέρμα και τη δημιουργία ωαρίου. Οι άνδρες συνιστάται να χρησιμοποιήσουν μια τράπεζα σπέρματος πριν ξεκινήσουν αυτά τα φάρμακα ή να τα σταματήσουν τουλάχιστον ένα χρόνο πριν δώσουν σπέρμα.
Κάποιες γυναίκες ίσως παρατηρήσουν διακυμάνσεις στη μυϊκή τους δύναμη κατά την περίοδό τους και μπορεί να δουν θετικά αποτελέσματα ή να καταπολεμήσουν αυτές τις διακυμάνσεις με ορμονοθεραπεία. Παρόλα αυτά, κάποιες άλλες δεν παρατηρούν καμία αλλαγή. Η εμμηνόπαυση δε φαίνεται να έχει καμία επίπτωση στην μυασθένεια.
Στους ευρωπαϊκούς λαούς, η αυτοάνοση μυασθένεια σπάνια εμφανίζεται στην παιδική ηλικία. Η θεραπεία της μοιάζει με εκείνη που απευθύνεται σε ενήλικες, αν και θα πρέπει να αποφεύγονται μεγάλες δόσεις στεροειδών, καθώς επηρεάζουν την ανάπτυξη. Αν και οι διανοητικές ικανότητες του παιδιού δεν επηρεάζονται, η βλεφαρόπτωση ή η διπλωπία μπορούν να δυσκολέψουν το παιδί με τον πίνακα και η μυασθένεια μπορεί να μην του επιτρέπει να συμμετάσχει σε όλες τις δραστηριότητες. Άρα, είναι πολύ σημαντικό, να γνωρίζουν πλήρως την κατάσταση, τόσο το παιδί όσο και οι γονείς και το σχολείο. Πρέπει να προειδοποιηθούν για ενδεχόμενες δυσκολίες στο φαγητό, το ανεβοκατέβασμα σκαλιών ή το παιχνίδι. Τότε θα μπορούν να δώσουν σε κάθε παιδί την υποστήριξη που χρειάζεται. Για παράδειγμα, η μυασθένεια μπορεί να δυσκολεύει τη γραφή και την ανάγνωση, οπότε πρέπει να παρέχεται στο παιδί πιο προσωπική διδασκαλία, συχνή ανάπαυση ή παραπάνω χρόνος (ιδίως στις εξετάσεις).
Όπως και όλα τα φάρμακα, τα αποδεδειγμένα οφέλη πρέπει να συγκριθούν με τις πιθανές παρενέργειες. Με προσεκτική καθοδήγηση και στενή παρακολούθηση (π.χ.,συχνές αιματολογικές εξετάσεις), οι περισσότεροι ασθενείς βρίσκουν τη θεραπεία που αντιμετωπίζει την ασθένειά τους χωρίς έντονες παρενέργειες. Σε σταθερές δόσεις, η πυριδοστιγμίνη (Mestinon®) και τα σχετικά φάρμακα νεοστιγμίνη και διστιγμίνη μπορούν να προκαλέσουν υπερδιέγερση τόσο των «ακούσιων» μυών στην κύστη και το έντερο (κ.λπ.) και τους αδένες τους, κάτι που μπορεί να προκαλέσει ακράτεια ή διαρροια (βλ. 14). Σε πολύ υψηλές δόσεις, τα φάρμακα αυτά μπορεί να επιδεινώσουν την αδυναμία που προκαλεί η μυασθένεια, ή ακόμα και να προκαλέσουν χολινεργικές κρίσεις. Τα κορτικοστεροειδή και τα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα δεν είναι αρκετά «έξυπνα» ώστε να καταστρέψουν μόνο τα βλαβερά αντισώματα: δυστυχώς, καταστρέφουν και τα προστατευτικά αντισώματα και τα ανοσοκύτταρα, κάτι που αυξάνει τις πιθανότητες για μολύνσεις. Επιπλέον, τα στεροειδή έχουν πολλές παρενέργειες, που περιλαμβάνουν την αύξηση του σωματικού βάρους, εναλλαγές στη διάθεση και την εμφάνιση, άγχος/κατάθλιψη/διαταραχές του ύπνου, αδυναμία στη διαχείριση του άγχους, λιπαρό δέρμα, υψηλή αρτηριακή πίεση, μείωση της οστικής μάζας, μυϊκές βλάβες, καταρράκτη και πεπτικό έλκος. Αν αναμένεται να χρειαστεί μακροπρόθεσμη χρήση, στους ασθενείς χορηγούνται τακτικά διφωσφονικά άλατα μαζί με ασβέστιο και βιταμίνη D ώστε να αποφευχθεί η μείωση της οστικής μάζας. Η αζαθειοπρίνη (Imuran®) μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στο συκώτι και το αίμα και αλλεργικές αντιδράσεις. Είναι απαραίτητο να γίνονται τακτικές αιματολογικές εξετάσεις για την έγκαιρη πρόληψη. Περίπου 1 στους 200 ανθρώπους έχει υπερβολική ευαισθησία στην αζαθειοπρίνη, εξαιτίας μιας κληρονομικής αδυναμίας στη διάσπασή της. Αυτό μπορεί να ελεγχθεί πριν τη χορήγηση με μια εξέταση αίματος.
Δεν υπάρχει απόδειξη ότι η πυριδοστιγμίνη (Mestinon®) είναι επιβλαβής κατά τη μακροχρόνια χρήση (σε σταθερές δόσεις). Η ακράτεια και η διάρροια που σχετίζονται με το Mestinon® μπορούν να αντιμετωπιστούν με την προπανθελίνη, ένα σπασμολυτικό φάρμακο που δεν επηρεάζει τους εκούσιους μυς που εξασθενούν από την μυασθένεια.
Τα στεροειδή μπορεί να επιδεινώσουν τη μυϊκή αδυναμία τις πρώτες μέρες, ιδίως αν ξεκινήσουν σε μεγάλες δόσεις. Οι ασθενείς μπορεί επίσης να συνεχίσουν να νιώθουν αδύναμοι παρά τη φαρμακευτική αγωγή (βλ. 14). Εφόσον η πυριδοστιγμίνη (Mestinon®) συχνά δεν επαναφέρει την αρχική δύναμη, ίσως χρειαστούν ανοσοκατασταλτικά φάρμακα για να αποκαταστήσουν τους αριθμούς των υποδοχέων ακετυλοχολίνης. Φάρμακα όπως η αζαθειοπρίνη (Imuran®), η μυκοφαινολάτη (Cellcept®), η μεθοτρεξάτη ή η κυκλοσπορίνη ίσως χρειαστούν 9 με 15 μήνες για να δράσουν και ίσως χρειαστούν ρύθμιση. Ο νευρολόγος σας θα σας συμβουλεύσει αν οι θεραπείες σας χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να ενεργήσουν ή αν πρέπει να προστεθούν άλλα φάρμακα.
Υπάρχουν πολλοί πιθανοί λόγοι:
• Η αδυναμία κάποιων ασθενών ίσως επιδεινώνεται από κάποιο φάρμακο που χρησιμοποιείται για άλλο λόγο (π.χ., το κινίνο για την ελονοσία).
• Ίσως δε λαμβάνετε τη σωστή δόση. Για παράδειγμα, η δόση αζαθειοπρίνης (Imuran®) εξαρτάται απ' το συνολικό σωματικό σας βάρος οπότε οι πιο μεγαλόσωμοι χρειάζονται μεγαλύτερες δόσεις.
• Πρέπει να αντιμετωπιστούν και άλλα ιατρικά προβλήματα. Για παράδειγμα, για λόγους που δε σχετίζονται απαραίτητα με την μυασθένεια, ένας ασθενής μπορεί να εμφανίσει κατάθλιψη, υποθυροειδισμό ή καρδιακά προβλήματα που προκαλούν κούραση που δε σχετίζεται με την μυασθένεια.
• Να έχετε ρεαλιστικές προσδοκίες. Μήπως προσπαθείτε να κάνετε πάρα πολλά ταυτόχρονα; Μήπως περιμένετε απ' το σώμα σας να συμπεριφέρεται όπως ακριβώς σε νεαρότερη ηλικία;
• Πολύ σπάνια γίνεται λάθος διάγνωση. Συζητήστε με τον γιατρό σας πόσο σίγουρη είναι η διάγνωση της μυασθένειάς σας.
Οι καλύτερες βραχυπρόθεσμες θεραπείες για τη βαριάς μορφής μυασθένεια είναι η πλασμαφαίρεση και η IVIg (ενδοφλέβια ανοσοσφαιρίνη). Ιδίως σε υψηλές δόσεις, τα στεροειδή μπορεί να αυξήσουν τη δύναμη μέσα σε 2-3 μήνες. Συχνά συνδυάζονται με κάποιο άλλο ανοσοκατασταλτικό όπως η αζαθειοπρίνη (Imuran®), η μυκοφαινολάτη (Cellcept®), η μεθοτρεξάτη ή η κυκλοσπορίνη, έτσι ώστε οι ασθενείς να μπορούν σταδιακά να συνηθίσουν μικρότερες δόσεις στεροειδών, με λιγότερες παρενέργειες, παρόλο που μπορεί να χρειαστούν αρκετοί μήνες.
Ιατρικές αποφάσεις πρέπει πάντα να συζητιούνται με το γιατρό σας. Οι ασθενείς που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικά φάρμακα έχουν λίγο υψηλότερες πιθανότητες μολύνσεων. Γι' αυτό συνιστάται οι μυασθενικοί ασθενείς να εμβολιάζονται επιπρόσθετα για να προστατευθούν, για παράδειγμα, από την πνευμονία ή τη γρίπη. Ένα αντιγριπικό εμβόλιο κάθε φθινόπωρο, π.χ., παρέχει μέχρι και 70% προστασία για το χειμώνα. Επίσης συνιστάται ένα εμβόλιο για την πνευμονία κάθε 10 χρόνια.
Οι ασθενείς πρέπει να θυμούνται να αναφέρουν την κατάστασή τους πριν τον εμβολιασμό. Γενικά, οι ασθενείς που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτική αγωγή πρέπει να αποφεύγουν τα ζωντανά εμβόλια, αλλά αυτά είναι ασφαλή σε μυασθενικούς που ακολουθούν άλλη αγωγή. Η πρεδνιζολόνη, η αζαθειοπρίνη (Imuran®) ή άλλα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα μπορούν να επηρεάσουν το ανοσοποιητικό σύστημα των ασθενών τόσο πολύ ώστε να μη μπορούν είτε να αντιδράσουν στο εμβόλιο είτε να ελέγξουν το μεταλλαγμένο μικρόβιο που περιέχει. Είναι επίσης καλό να αποφεύγονται τα ταξίδια σε περιοχές υψηλού κινδύνου.
Δεν υπάρχουν πειστικές αποδείξεις που να συνδέουν τον εμβολιασμό με τη βαριά μυασθένεια. Οι μολύνσεις όμως μπορεί να επιδεινώσουν την μυασθένεια ή να προκαλέσουν ακόμα και μυασθενικές κρίσεις, άρα είναι καλό οι ασθενείς με μυασθένεια να λαμβάνουν τα κατάλληλα εμβόλια.
Μυασθενική κρίση έχουμε όταν επηρεάζονται οι μύες που ελέγχουν την αναπνοή, όπως μπορεί να συμβεί σε μια μόλυνση (βλ. 22). Αυτό μπορεί να προκαλέσει έκτακτο ιατρικό περιστατικό που απαιτεί αναπνευστική συσκευή για την υποβοήθηση της αναπνοής.
Μυασθενική κρίση έχουμε όταν επηρεάζονται οι μύες που ελέγχουν την αναπνοή, όπως μπορεί να συμβεί σε μια μόλυνση (βλ. 22). Αυτό μπορεί να προκαλέσει έκτακτο ιατρικό περιστατικό που απαιτεί αναπνευστική συσκευή για την υποβοήθηση της αναπνοής.
Μολύνσεις, πυρετός, έντονη εργασία ή συναισθηματική ένταση μπορούν να επιδεινώσουν την μυασθένεια ή τις εκ γενετής μυασθένειες. Το ίδιο και διάφορα φάρμακα (βλ. 23-25). Ο κίνδυνος είναι πολύ μεγαλύτερος σε ασθενείς στους οποίους η μυασθένεια δεν ελέγχεται πλήρως. Γι' αυτό είναι πολύ σημαντικό να συζητάτε συχνά με το γιατρό σας την κατάστασή σας.
Προφανώς, φάρμακα που επηρεάζουν τη νευρομυϊκή σύσπαση μπορούν να επιδεινώσουν την μυασθένεια και θα πρέπει να αποφεύγονται: για παράδειγμα, το BoTox. Να θυμάστε: α) κάποια φάρμακα έχουν αποδεδειγμένες συνέπειες, κάποια άλλα όμως είναι απλώς «ύποπτα», β) η αντίδραση σε κάθε φάρμακο εξαρτάται από τον κάθε ασθενή, γ) να ζητάτε πάντα τη συμβουλή του γιατρού σας πριν ξεκινήσετε ή σταματήσετε κάποιο φάρμακο, δ) αν και οι γιατροί θα προσπαθήσουν να σας προτείνουν ασφαλείς εναλλακτικές λύσεις, η προσεκτική χρήση ενός ύποπτου φαρμάκου μπορεί να είναι εντάξει αν είναι πραγματικά απαραίτητη (κάποιο ειδικό αντιβιοτικό ίσως) και αν η μυασθένεια ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό. Οι γιατροί και οι ασθενείς με μυασθένεια πρέπει να γνωρίζουν πλήρως όλα τα πιθανά προβλήματα και να είναι έτοιμοι να τα αντιμετωπίσουν. Τα φάρμακα που επιδεινώνουν την μυασθένεια περιλαμβάνουν κάποια φάρμακα ενάντια στην ελονοσία, β-αναστολείς που χρησιμοποιούνται στα προβλήματα καρδιάς και μυοχαλαρωτικά (βλ. 25). Επίσης, το αντιβιοτικό γενταμικίνη. Κυρίως πρέπει να αποφεύγεται τελείως η τελιθρομυκίνη (Ketek®) σε όλους τους ασθενείς με μυασθένεια - μπορεί να γίνει επικίνδυνο μέσα σε λίγες ώρες.
Οποιοδήποτε, αλλά χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή με τα παυσίπονα της οικογένειας των μορφινοειδών (οπιούχα), που περιλαμβάνουν την κωδεΐνη. Επειδή μπορούν να δυσκολέψουν την αναπνοή και το βήχα, ακόμα και να αυξήσουν τις πιθανότητες αναπνευστικής ανεπάρκειας, πρέπει να χρησιμοποιούνται πολύ προσεκτικά.
Γενικά, είναι ζωτικής σημασίας να γνωρίζει ο αναισθησιολόγος εκ των προτέρων ότι ο ασθενής πάσχει από μυασθένεια ή κληρονομική μυασθένεια ώστε να μπορεί να λάβει τα μέτρα του. Αν γίνει αυτό, πολύ σπάνια υπάρχουν επιπλοκές. Η μυασθένεια πρέπει πρώτα να τεθεί υπό τον καλύτερο δυνατό έλεγχο, κάτι που μπορεί να σημαίνει πλασμαφαίρεση ή IVIg μια ή δύο εβδομάδες νωρίτερα. Θα πρέπει να εφαρμοστεί τοπική ή περιφερειακή αναισθησία αν είναι δυνατόν, κυρίως για επεμβάσεις κάτω απ'τη μέση. Με αναισθητικά βραχείας δράσης, όπως η λιγνοκαΐνη, σε συνδυασμό με ελαφρά καταστολή αποφεύγεται η αναπνευστική ανεπάρκεια που μπορεί να προκαλέσει η γενική αναισθησία (ή τα οπιούχα). Αν πρέπει να χρησιμοποιηθεί γενική αναισθησία, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή με τα μυοχαλαρωτικά, που χρησιμοποιούνται για εύκολη πρόσβαση σε βαθύτερες επεμβάσεις: παραλύουν τους αναπνευστικούς μυς και οι ασθενείς με μυασθένεια είναι 5 με 10 φορές πιο ευαίσθητοι από τους υγιείς ανθρώπους.
Δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι το άσθμα σχετίζεται με την μυασθένεια. Οι μύες που ελέγχουν την αναπνοή επηρεάζονται και στις δύο περιπτώσεις, άρα οι ασθενείς ίσως αντιμετωπίσουν δυσκολία στην αναπνοή και χρειαστούν μηχανική υποστήριξη. Οι ασθενείς με άσθμα που λαμβάνουν στεροειδή πρέπει να γνωρίζουν ότι βραχυπρόθεσμα μπορεί να επιδεινωθούν τα συμπτώματα της μυασθένειας τους και μπορεί να δουν θετικά αποτελέσματα με τα εισπνεόμενα στεροειδή, που είναι λιγότερο επιβλαβή από ό,τι τα χάπια ή οι ενέσεις καθώς η δόση είναι μικρότερη.
Έχει αναφερθεί ότι η ένεση με σκιαγραφικές ουσίες μπορεί να επιδεινώσει την μυασθένεια, αλλά δεν γνωρίζουμε τον ακριβή μηχανισμό. Πρέπει να συζητάτε όλες τις ιατρικές αποφάσεις με το γιατρό σας.
Οι ασθενείς που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικά είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν μολύνσεις στα δόντια. Η πρόληψή τους είναι απαραίτητη, καθώς είναι επώδυνες και μπορούν να επιδεινώσουν την μυασθένεια. Επίσης, η κυκλοσπορίνη μπορεί να προκαλέσει διόγκωση των ούλων (υπερπλασία των ούλων). Οι περισσότερες οδοντικές θεραπείες είναι ασφαλείς για τους ασθενείς με μυασθένεια. Αν προκύψουν δυσκολίες στο κλείσιμο του στόματος, τη διατήρηση της θέσης του κεφαλιού η την κατάποση, ο οδοντίατρος θα γνωρίζει πώς να προλάβει τα προβλήματα. Βοηθάει επίσης να κλείνονται τα ραντεβού το πρωί, όταν η δύναμή σας είναι μεγάλη και να μην έχουν μεγάλη διάρκεια. Ο υδράργυρος στα οδοντικά αμαλγάματα (σφραγίσματα) δεν προκαλεί ούτε επιδεινώνει την ασθένεια. Από του στόματος φάρμακα κατά της χολινεστεράσης πρέπει να λαμβάνονται 1,5 ώρα πριν την επίσκεψη ώστε οι οδοντικές επεμβάσεις να έχουν το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα. Τοπικά αναισθητικά, όπως η ξυλοκαΐνη και η carbocaine είναι προτιμότερα από τη γενική αναισθησία και μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια για οδοντικές επεμβάσεις. Η carbocaine ίσως είναι προτιμότερη, καθώς έχει λιγότερες παρενέργειες και η αναισθησία διαρκεί λιγότερο. Η καταστολή με μείγμα πρωτοξειδίου του αζώτου/οξυγόνου μπορεί να ελαττώσει το άγχος και την ένταση που σχετίζονται με τις οδοντικές επεμβάσεις. Όταν αναμένεται έντονος πόνος, μπορούν να συνταγογραφηθούν οπιούχα για σύντομο διάστημα μετά από συζήτηση με το γιατρό σας.
Δεν υπάρχουν ειδικές δίαιτες που να βοηθούν την μυασθένεια. Είναι σημαντική η αποφυγή της παχυσαρκίας, κατάσταση που μπορεί να επιβαρύνει τους μυς, να προκαλέσει ακόμα και διαβήτη και να περιορίσει τις επιλογές στη θεραπεία. Η προετοιμασία πουρέ ή κρέμας μπορεί να βοηθήσει την αποφυγή δυσκολιών κατά τη μάσηση και την κατάποση. Πολύτιμη βοήθεια μπορεί να προσφέρουν οι λογοθεραπευτές. Οι ασθενείς που λαμβάνουν στεροειδή πρέπει να σιγουρευτούν ότι καταναλώνουν αρκετό κάλιο και επίσης βιταμίνη D που προλαμβάνει τη μείωση της οστικής μάζας. Επιπλέον βιταμίνη Β12, μαγνήσιο και φυλλικό οξύ από τη συνήθη απαιτούμενη ημερήσια ποσότητα δεν είναι απαραίτητα. Οι ασθενείς με μυασθένεια πρέπει να προσέχουν κάποια μεταλλικά νερά που περιέχουν κινίνο (αναγράφεται στην ετικέτα), που μπορεί να κάνει τους μυς με μυασθένεια ακόμα πιο αδύναμους. Η καφεΐνη επηρεάζει τους ασθενείς με μυασθένεια όπως και τους υγιείς ανθρώπους: τους κάνει να νιώθουν πιο ζωηροί, να τρέμουν ή να έχουν άγχος και μπορεί να προκαλέσει ταχυπαλμία. Συστήνεται να περιορίζεται η κατανάλωση αλκοόλ, καθώς μπορεί να προκαλέσει μυϊκή αδυναμία και αλατιού, για να ελαχιστοποιηθεί η κατακράτηση υγρών που προκαλούν τα στεροειδή.
Κάποιοι ασθενείς με μυασθένεια ή κληρονομικές μυασθένειες νιώθουν πιο αδύναμοι όταν έχει ζέστη. Όπως και στον πυρετό, η ζέστη μπορεί να επηρεάσει τη νευρομυϊκή σύσπαση.
Μπορείτε να απευθύνεστε στον Σύλλογο Μυασθενών Ελλάδος:
Βασ. Σοφίας 127, Αθήνα 115 21. Fax: 211 8009357
και στο: info@myasthenia.gr